Διαταραχή Υπερφαγίας
H εικόνα της Διαταραχής Υπερφαγίας
1. Τύποι υπερφαγίας
Από την κλινική παρατήρηση φαίνεται να υπάρχουν δύο κύριες μορφές στην κλινική εικόνα της υπερφαγίας.
α) Στην πρώτη το άτομο προσπαθεί μέσα στην ημέρα να διατηρήσει ένα κανονικό πρόγραμμα διατροφής. Ένα μεγάλο ποσοστό των πασχόντων φαίνεται να μπορεί να συγκρατείται και να ακολουθεί το όποιο πρόγραμμα έχει αποφασίσει να τηρεί. Κάποια στιγμή της ημέρας (συνήθως το βράδυ) για ποικίλους λόγους που θα αναφερθούν παρακάτω το άτομο χάνει τον έλεγχο και ξεκινά να καταναλώνει ανεξέλεγκτα μεγάλη ποσότητα τροφής. Οι τροφές που επιλέγονται είναι συνήθως αυτές που έχουν έντονη ευχάριστη γεύση και συχνά έχουν ψηλή θερμιδική αξία και άρα είναι αποκλεισμένες από την “νόμιμη” διατροφή. Πολλοί πάσχοντες περιγράφουν το αίσθημα της απώλειας του ελέγχου σαν ένα ορμητικό ποτάμι παρόρμησης που ξέρουν ότι προοδευτικά θα χάσει την ορμή του και επιστρέψουν στην διατροφική προσπάθεια και περιορισμό. Είναι συνεπώς μια ευκαιρία να καταναλώσουν όλα αυτά που τόσες ώρες ή μέρες επιθυμούσαν αλλά απαγορευόταν. Αυτό στη διεθνή βιβλιογραφία περιγράφεται σαν το “γεύμα του μελλοθάνατου” καθώς το άτομο τρώει σαν να μην υπάρχει αύριο στη ζωή του.
H εικόνα της Διαταραχής Υπερφαγίας
β) Στη δεύτερη μορφή υπερφαγίας (εθισμός στην τροφή) το άτομο δεν παρουσιάζει σαφή υπερφαγικά επεισόδια όπως στην πρώτη μορφή της διαταραχής υπερφαγίας. Αντίθετα έχει μια συνεχή ενασχόληση με το φαγητό με αποτέλεσμα να χρειάζεται να τρώει μικρές ή μέσες ποσότητες φαγητού συνεχώς μέσα στην ημέρα (τσιμπολόγημα). Συνολικά με αυτό τον τρόπο προσλαμβάνει σε ημερήσια βάση μεγαλύτερη από την αναγκαία ποσότητα τροφής με αποτέλεσμα να είναι συχνά υπέρβαρο ή παχύσαρκο. Και σε αυτή την περίπτωση το άτομο δεν μπορεί να σταματήσει και να αντισταθεί με αποτέλεσμα να περιγράφει μια κατάσταση που την βιώνει χαοτική και εκτός των δυνατοτήτων παρέμβασής του.
2. Το αποτέλεσμα της υπερφαγίας
Και στις δύο αυτές μορφές το άτομο νιώθει τελικά έντονη ντροπή για την “αδυναμία” του να συγκρατηθεί, αγωνία για την πιθανή αύξηση του σωματικού βάρους και απελπισία για την αυριανή επανάληψη της ίδιας συμπεριφοράς. Πολλοί πάσχοντες δεν θέλουν καν να μιλήσουν για αυτό, και πολλές φορές επιμένουν αέναα σε ένα μη αποτελεσματικό τρόπο αντιμετώπισης που είναι η αναζήτηση της “μαγικής” δίαιτας που θα επαναφέρει τον έλεγχο στη διατροφή τους, θα οδηγήσει στην απώλεια βάρους και θα αποκαταστήσει την αυτοεκτίμησή τους καθώς θα έχουν επιστρέψει οριστικά στην ομάδα των ανθρώπων που μπορούν να αυτοελέγχονται.
Η εικόνα της Διαταραχής Υπερφαγίας
3. Αιτίες πρόκλησης υπερφαγικών επεισοδίων
Όπως και στην ψυχογενή βουλιμία η πείνα από την στέρηση της τροφής είναι ο βιολογικός αυτός παράγοντας που προκαλεί την παρορμητική κατανάλωση τροφής. Εκτός από την πείνα η ανάγκη για μείωση των αρνητικών συναισθημάτων είναι επίσης ένας παράγοντας που συνεισφέρει στην εμφάνιση ενός υπερφαγικού επεισοδίου. Το άτομο μαθαίνει ότι το ευχάριστο συναίσθημα από την κατανάλωση τροφών που έχουν γλυκιά ή αλμυρή γεύση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να μειώσει τα δυσάρεστα συναισθήματα. Το πολύ φαγητό μπροστά στην τηλεόραση ή στον υπολογιστή περιγράφεται από τους πάσχοντες ως η μόνη λύση που έχουν βρει για να ανακουφίζονται από το στρες και τα δυσάρεστα συναισθήματα.
Στη δεύτερη μορφή της υπερφαγίας (εθισμός στην τροφή) που περιγράφτηκε, η κλινική παρατήρηση έδειξε ότι σημαντικός αριθμός των πασχόντων περιγράφει μια έντονα ηδονιστική απόλαυση από την τροφή. Δηλαδή το άτομο αναζητά συνεχώς το φαγητό γιατί του προσφέρει σημαντική απόλαυση και δεν είναι μόνη η ανακούφιση από την πείνα και τα αρνητικά συναισθήματα αυτό που το ωθεί στο να φάει.
Τα χαρακτηριστικά της Διαταραχής Υπερφαγίας
H Διαταραχή Υπερφαγίας είναι σαφώς πιο συχνή και από την ψυχογενή ανορεξία και από την ψυχογενή βουλιμία. Μια πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι η δια βίου επικράτηση της διαταραχής στο γενικό πληθυσμό είναι από 1,1%-1,9%. Αν δε, συνυπολογιστούν και υπο-ουδικές περιπτώσεις, δηλαδή πάσχοντες που έχουν μερικά αλλά όχι όλα τα κριτήρια για τη διάγνωση της διαταραχής υπερφαγίας, τότε το ποσοστό ανεβαίνει σημαντικά.
Η διαταραχή υπερφαγίας εξακολουθεί να είναι περισσότερο συχνή στις γυναίκες αλλά η αναλογία γυναικών ανδρών έχει υπολογιστεί ότι είναι 1,5 γυναίκες για κάθε 1 άνδρα.
Η διαταραχή υπερφαγίας δεν είναι τόσο διαταραχή της εφηβείας, όσο της πρώιμης ενήλικης ζωής, καθώς αρκετές μελέτες δείχνουν ότι ξεκινάει για πρώτη φορά μετά την ενηλικίωση του ατόμου εντός της δεκαετίας των 20-30 ετών. Πάντως θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι υπερφαγικές συμπεριφορές είναι πολύ συχνές στην εφηβεία αν και τις περισσότερες φορές δεν φτάνουν να πάρουν το χαρακτήρα της διαταραχής υπερφαγίας.
Η θεραπεία της Διαταραχής Υπερφαγίας
Για τη θεραπεία της Διαταραχής Υπερφαγίας τα μέχρι στιγμής ερευνητικά δεδομένα έχουν δείξει ότι:
Οι ψυχολογικές θεραπείες φαίνεται μέχρι στιγμής να είναι η θεραπεία εκλογής για τη διαταραχή υπερφαγίας και συγκεκριμένα φαίνεται να ξεχωρίζει ως προς την αποτελεσματικότητα η Γνωσιακή Συμπεριφορική θεραπεία
H παρέμβαση της ενσυνειδητότητας είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για την μείωση των υπερφαγικών συμπεριφορών και της συναισθηματικής υπερφαγίας αλλά έχει αμφίβολα αποτελέσματα για την μείωση του σωματικού βάρους.
Άλλες ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις που έχουν δοκιμαστεί για τη θεραπεία της υπερφαγίας είναι η ομαδική θεραπεία, η διαλεκτική συμπεριφορική θεραπεία και η ψυχαναλυτική θεραπεία.
Μια σειρά από αντικαταθλιπτικά σκευάσματα έχουν δοκιμαστεί και μελετηθεί για τη θεραπεία της διαταραχής υπερφαγίας και έχει φανεί ότι είναι ανώτερα από το εικονικό φάρμακο.
Άλλες κατηγορίες φαρμάκων που έχουν χορηγηθεί και μελετηθεί είναι τα αντιεπιλητικά και διεγέρτες τα οποία επίσης αναδείχθηκαν ανώτερα από το εικονικό φάρμακο.
Η πορεία της Διαταραχής Υπερφαγίας
Αναφορικά με την πορεία οι περισσότερες μελέτες αφορούν την ανταπόκριση στη θεραπεία και την μακροχρόνια διατήρηση του καλού αποτελέσματος. Για παράδειγμα η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία βρέθηκε ότι μπορεί να βοηθήσει έως και το 70% των πασχόντων να πετύχουν πλήρη ύφεση της συμπτωματολογίας, ποσοστό που είναι μεγαλύτερο από αυτό που παρατηρούμε στην ψυχογενή ανορεξία και στην ψυχογενή βουλιμία.
Επίσης σε 4 ετη παρακολούθησης βρέθηκε ότι οι ασθενείς αυτοί που κατά τη διάρκεια της θεραπείας είχαν πετύχει μεγάλη μείωση έως και εξαφάνιση της υπερφαγικής συμπτωματολογίας είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να μην εμφανίσουν υποτροπή της συμπτωματολογίας τους. Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η διαταραχή υπερφαγίας έχει ευνοϊκή πρόγνωση όταν οι πάσχοντες απευθύνονται για θεραπεία και μένουν στη θεραπεία.